κοίνωσαι

κοίνωσαι
κοινόω
communicate
aor imperat mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κοινῶσαι — κοινόω communicate pres part act fem nom/voc pl (attic epic doric ionic) κοινόω communicate aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοινώ — κοινῶ, όω (Α) [κοινός] 1. κάνω γνωστό σε κάποιον κάτι, κοινοποιώ, μεταδίδω σε κάποιον κάτι, γνωστοποιώ, ανακοινώνω σε κάποιον κάτι (α. «τούτῳ θεοῡ μάντευμα κοινῶσαι θέλω», Ευρ.) β. «νυκτὶ κοινάσαντες ὁδόν», Πίνδ.) 2. κάνω κάποιον μέτοχο ενός… …   Dictionary of Greek

  • μάντευμα — και μάντεμα, το (AM μάντευμα) [μαντεύω] η απάντηση τού μαντείου, ο χρησμός, η προφητεία («τούτῳ θεοῡ μάντευμα κοινῶσαι θέλω», Ευρ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”